Γενικά,  Μπορεῖ νὰ μᾶς Ἐνδιαφέρει...,  Νὰ ἀνεβοῦμε λίγο ψηλότερα,  Σὰν Σήμερα,  Σύγχρονη Οἰκογένεια,  Φύλλα ἐφημερίδας

Ἡ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως

Ἐὰν θέλουμε νὰ ἀποκαταστήσουμε καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις», ν’ ἀγαπήσουμε στὴν καρδιά μας τὸ ἔλλειμμα τῆς Ἀναστάσιμης χαρᾶς, πρέπει, ἀδερφοί μου, νὰ πεθάνουμε «σὺν τοῖς παθήμασι τὸν Χριστὸ καὶ μαζὶ ὅλη τὴν Δημιουργία· αὐτὸ σημαίνει νὰ γεμίσουμε τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας μὲ αὐτὴ τὴν ἔγνοια. Θὰ μποροῦσε βέβαια νὰ πεῖ κανεὶς πώς, ἂν δὲν σὲ σπρώχνει σ’ αὐτὸ μιὰ λαχτάρα τῆς καρδιᾶς, πῶς θὰ τὸ κάνεις; Σᾶς θυμίζω ὅτι καὶ ὅταν ἕνα μέλος τοῦ σώματός μας δὲν λειτουργεῖ σωστά, τὸ θεραπεύουμε καὶ μάλιστα συχνὰ μὲ ὀδυνηρὲς θεραπεῖες. Δὲν λογαριάζομε ἂν τὸ ἴδιο τὸ μέλος ἔχει ἔφεση νὰ θεραπευτεῖ, ὁ νοῦς μας ξέρει καὶ ὁδηγεῖ στὴν θεραπεία του. Καὶ ὁ νοῦς ὁ βαφτισμένος φωτίζεται πάντοτε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅσο βέβαια τὸ ἐπικαλεῖται καὶ τὸ δέχεται. Ὁ νοῦς, λοιπόν, ὅταν εἶναι νοῦς Χριστοῦ, ἐκβιάζει τὴν καρδιὰ κι αὐτὸς ὁ ἐκβιασμὸς ἔχει μεγάλο βραβεῖο, γιατὶ εἶναι καθαρὴ θέληση, ψύχραιμη ὑπακοὴ στὸ θέλημα του Θεοῦ.

Καὶ ἡ ὑπακοὴ δὲν εἶναι μιὰ ἁπλῆ ἐκτέλεση ῥητῆς προσταγῆς, εἶναι τὸ κυνήγι τῆς χαρᾶς, ποὺ πάντα τὴν συνοδεύει, μιᾶς χαρᾶς ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Στὴν μετάφραση στὴν ὁμηρικὴ γλῶσσα τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Ἀνάστασης, ποὺ ἔκανε ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἑρμηνεύει τὴν ἔκφραση «εἰρήνη ὑμῖν» μὲ τὸν στίχο: «Εἰρήνη ὑμῖν, φίλοι, ἡσυχίη τ’ ἐρατεινή».

Δὲν ἦταν δυνατόν, βλέπετε, ν’ ἀποδοθεῖ ἡ χριστιανικὴ εἰρήνη μὲ τὴν  σκέτη λέξη «εἰρήνη» τῆς ἑλληνικῆς προχριστιανικῆς περιόδου. Ἐκεῖ, εἰρήνη σημαίνει τὴν ἁπλὴ ἀταραξία, ἡ εἰρήνη ὅμως τοῦ Χριστοῦ πρῶτον δὲν διατυπώνεται κατηγορηματικά, ὅπως τὰ στρατιωτικὰ παραγγέλματα, ἀλλὰ συνοδεύεται ἀπὸ τὴν προσφώνηση «φίλοι», ποὺ τὴν κάνει ν’ ἀκούγεται ὡς εὐχὴ κι ὄχι προσταγή. Ὕστερα συμπληρώνεται μὲ τὸ «ἡσυχίη» (ἀντὶ τοῦ Ἀττικοῦ «ἡσυχία») ἐρατεινή. Ἡ ἡσυχία παραπέμπει στὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς καὶ τὸ ἐπίθετο «ἐρατεινή», ποὺ γίνεται ἀπ’ τὸ ῥῆμα «ἐράω, -ῶ», ποὺ σημαίνει «ἀγαπῶ», «ἐρωτεύομαι», κάνει αὐτὴ τὴν ἡσυχία νὰ μὴν εἶναι ἁπλῆ ἀφαίρεση θορύβου καὶ ἀνησυχίας ἀλλὰ μιὰ ἡσυχία γεμάτη ἔρωτα, ὅπως ὅταν κοιτάζονται στὰ μάτια δύο ἐρωτευμένοι καὶ βυθομετροῦν τὴν ἀγάπη τους, χωρὶς νὰ λένε τίποτα. Τέτοια ἦταν ἡ ἡσυχία τῆς ματιᾶς τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, ὅταν τὴν ἔρριχνε στὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας καὶ ἡ καρδιά του σπαρταροῦσε ἀπὸ τὴν χαρὰ τῆς λατρείας.

Τέτοια εἶναι, αὐτὴ εἶναι ἡ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης κι ἂν μιμηθοῦμε τὸν Ἅγιο Πορφύριο στὸν τρόπο ποὺ τὴν κέρδιζε κι ἔδιωχνε τὴν λύπη, θὰ πρέπει νὰ  καταφύγουμε κι ἐμεῖς στὴν ἐξομολόγηση. Μὲ τὴν ἐξομολόγηση εἰσπράττουμε τὰ χειροκροτήματα τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων καὶ ντυνόμαστε τὴν λαμπρὴ στολὴ τῆς χαρᾶς.

τοῦ μακαριστοῦ Κων/νου Γανωτῆ, φιλολόγου-συγγραφέως