Οἱ προϋποθέσεις τῆς συναντήσεως
Διάγομε ἤδη τὰ μεθέορτα τῆς μεγάλης καὶ κοσμοσωτηρίου ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου καὶ βιώνομε καὶ ἐμεῖς, στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοδόχου Συμεῶνος καὶ τῆς Προφήτιδος Ἄννης, τὴν χαρὰ ὅλων τῶν ἀνθρώπων γιὰ τὴν συνάντησή των μὲ τὸν Κύριο, ὁ ὁποῖος «ἐπτώχυνε» γιὰ ἐμᾶς, γινόμενος ἄνθρωπος, γιὰ νὰ πλουτίσωμε ἐμεῖς μὲ τὴν θεότητά Του (Γρηγ. Θεολόγος).
Ἔμπλεως τῆς μεγάλης αὐτῆς χαρᾶς ἀναφωνεῖ καὶ ὁ θεῖος ὑμνογράφος, στὸ Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς, γιὰ τὸν Συμεῶνα: «Εὐφραίνου καὶ σύ, πρεσβῦτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, χαριζόμενον ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.»
Εἶναι πολλὰ καὶ ποικίλα τὰ μηνύματα τῆς ἑορτῆς αὐτῆς καὶ δὲν εἶναι, ἀσφαλῶς, εὔκολο νὰ ἀναλυθοῦν ὅλα σὲ ἕνα σύντομο ἄρθρο. Γι’ αὐτό, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἰδιότυπη αὐτὴν συνάντηση καὶ προϋπάντηση τοῦ σαρκωθέντος Κυρίου ἀπὸ τοὺς δύο ἀνθρώπους, τὸν Συμεῶνα καὶ τὴν Ἄννα, θὰ ἀναφερθοῦμε στὶς προϋποθέσεις τῆς δικῆς μας συναντήσεως μὲ τὸν Κύριο.
Δίκαιος καὶ εὐλαβὴς ἀποκαλεῖται ὁ Συμεὼν στὴν διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ γιὰ τὴν Ὑπαπαντή (Λουκ. β’ 22-40). Ἦταν μάλιστα τόση ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ εὐσέβειά του, ὥστε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «ἦν ἐπ’ αὐτόν» καὶ τοῦ εἶχε ἀποκαλύψει τὴν συνάντηση αὐτήν, «πρὶν ἢ ἰδεῖν θάνατον». Ἔτσι «προσδεχόταν (=προσδοκοῦσε) τὴν παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ».
Ὁ ὑμνογράφος, βεβαίως, στὸ Ἀπολυτίκιο δὲν κάνει λόγο μόνον γιὰ «παράκληση τοῦ Ἰσραήλ», ἀλλὰ μιλάει γιὰ ἕναν «ἐλευθερωτὴ τῶν ψυχῶν ἡμῶν», ποὺ δὲν θὰ σώσῃ μόνον τὸ Ἰσραὴλ ἀπὸ τοὺς φυσικούς του ἐχθροὺς ἀλλὰ θὰ ἐλευθερώσῃ καὶ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων -ὅλων τῶν ἀνθρώπων- ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ θὰ τοὺς ἀναστήσῃ ἀπὸ τὸν θάνατο, «χαρίζοντάς των τὴν ἀνάσταση».
Ἕνας τέτοιος Σωτήρας ὑπῆρξε ὁ Χριστός μας, ὅπως ὁμολογεῖ στὴν συνέχεια ὁ Συμεών, ὅταν δέχεται στὶς ἀγκάλες του ὡς βρέφος τὸν Θεό: «…ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου (=εἶδα μὲ τὰ μάτια μου τὴν σωτηρία), φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ». Ὁ Συμεών, ἔχοντας τὴν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν προτάσσει τὴν δόξα τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραήλ, ἀπὸ τὸν ὁποῖον προῆλθε ὁ Σωτήρας Χριστός, διότι βεβαίως δὲν ἦλθε μόνον γι’ αὐτὸν τὸν λαό, ἀλλὰ τονίζει τὴν ἀποκάλυψη τοῦ σωτηρίου φωτὸς σὲ ὅλα τὰ ἔθνη ποὺ ἕως τότε βρίσκονταν στὸ σκότος καὶ στὴν σκιὰ τοῦ θανάτου καὶ τῆς ἁμαρτίας, ὅπως προφήτευε ὁ Ἡσαΐας. Ἀλλὰ καὶ ἄλλες προφητεῖες στὸ Ἰσραὴλ ἔκαναν λόγο γιὰ μιὰ «προσδοκία τῶν ἐθνῶν» (Γέν., 49, 10), σὰν αὐτὴ ποὺ ἐκφράζει καὶ ὁ Συμεών, κατὰ τὴν ὑπαπαντὴ τοῦ θείου βρέφους. Ἀνάλογες προρρήσεις ὑπῆρχαν βεβαίως σὲ ὅλα τὰ ἔθνη γιὰ τὴν ἔλευση ἑνὸς παγκόσμιου λυτρωτή, ποὺ θὰ ἐλευθέρωνε τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὰ κοινά των πάθη.
Ἐκεῖνοι, ὅμως, ἀπὸ τοὺς Ἰσραηλίτες ποὺ δὲν ἤθελαν νὰ δοῦν τὶς προφητεῖες αὐτὲς ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, παρέμεναν συχνὰ προσκολλημένοι στὸ γράμμα τοῦ νόμου καὶ στοὺς ἐξωτερικοὺς τύπους καὶ ἔχαναν τὴν οὐσία, παρασύροντας τελικὰ καὶ τὸν λαὸ στὴν δική των ἐσφαλμένη ἑρμηνεία καί, συγκεκριμένα, στὴν προσδοκία ἑνὸς λυτρωτὴ τῶν Ἑβραίων καὶ ὄχι ἑνὸς κοινοῦ σωτῆρος ἀπὸ φυσικοὺς καὶ πνευματικοὺς ἐχθρούς.
Νὰ ξαναγυρίσωμε ὅμως στὰ παραδείγματα τοῦ Συμεῶνος καὶ τῆς Ἄννης. Ἐκεῖνος, ὁ Συμεών, μὲ τὴν δικαιοσύνη καὶ τὴν εὐλαβικὴ προσμονὴ τῆς ἐκπληρώσεως τῆς πρὸς αὐτὸν προφητείας, ἐκείνη, ἡ Ἄννα, μὲ τὴν προσευχή, τὴν νηστεία καὶ τὴν ἐξ ὁλοκλήρου ἀφιέρωσή της στὸν ναὸ τοῦ Κυρίου, μᾶς δείχνουν τὸν δρόμο γιὰ τὴν δική μας προετοιμασία πρὸς συνάντησή Του.
Ἐν ὄψει, μάλιστα, τῆς εἰσόδου μας στὴν εὐλογημένη περίοδο τοῦ Τριῳδίου χρειάζεται νὰ κάνωμε, καὶ πάλι, ἐφέτος, τὶς ἀπαραίτητες προετοιμασίες, ὄχι ἀσφαλῶς μόνον ἐξωτερικές ἀλλὰ κυρίως βαθύτερες, πνευματικές, γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν Κύριο στὸν οἶκο τῆς ψυχῆς μας. Χρειάζεται, λοιπόν, νὰ εὐαρεστήσωμε καὶ ἐμεῖς στὸν Κύριο, μὲ τὴν πίστη καὶ τὰ δίκαια ἔργα, ὅπως ὁ πρεσβύτης Συμεών, ὥστε νὰ μᾶς κάνῃ καὶ Ἐκεῖνος, μὲ τὴν σειρά του, τὴν χάρη, -διότι γιὰ χάρη πρόκειται- νὰ δεχθῆ νὰ κατοικήσῃ μέσα μας καί, στὴν συνέχεια, νὰ μᾶς καταστήσῃ δοχεῖα τῆς πλουσίας χάριτός Του. Χρειάζεται, ἀπὸ τὴν ἄλλη, νὰ μιμηθοῦμε τὴν γηραιὰ Ἄννα στὸν σώφρονα καὶ ἀσκητικό της βίο, ἀλλὰ κυρίως στὴν ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή της, γιὰ τὰ ὁποῖα ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο ὄχι μόνον νὰ φτάσῃ καὶ αὐτὴ τὴν κατάλληλη στιγμή, γιὰ νὰ τὸν συναντήσῃ, ἀλλὰ καὶ νὰ γίνῃ κήρυκας τοῦ Λόγου «πᾶσιν τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ.» (Λουκ., β’ 37-38).
Δὲν ὑπάρχει, ἄλλωστε, πιὸ εὐλογημένη στιγμὴ ἀπὸ αὐτήν, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Κύριος μεταβαίνει στὸν οἶκο Του καὶ συναντάει ἐκεῖ ἀνθρώπους ποὺ τὸν περιμένουν σὰν ἕτοιμοι ἀπὸ καιρὸ νὰ Τὸν ὑποδεχθοῦν. Πράγματι, ὅσοι ἔχουν κάνει τὴν κατάλληλη προετοιμασία, ὅπως ὁ Συμεὼν καὶ ἡ Ἄννα, λαμβάνουν ἐγκαίρως τὸ μήνυμα ἐξ οὐρανοῦ γιὰ τὸν τόπο καὶ τὸν χρόνο τῆς μοναδικῆς αὐτῆς συναντήσεως καὶ σπεύδουν μὲ χαρὰ νὰ Τὸν προϋπαντήσουν.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ Κύριος δὲν ἀπογοητεύει ποτὲ ἐκείνους ποὺ τὸν «προσδέχονται», ἀλλὰ ἀργὰ ἢ γρήγορα προσέρχεται σὲ συνάντησή των. Μπορεῖ, βεβαίως, ἡ προσμονὴ νὰ διαρκέσῃ μιὰ ὁλόκληρη ζωή, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Συμεῶνος καὶ τῆς Ἄννης, ὅσο διαρκεῖ ἐξ ἄλλου καὶ ἡ προετοιμασία τὶς περισσότερες φορές, ὥστε νὰ εἶναι μᾶλλον πιὸ γλυκιὰ ἡ παρηγοριὰ τῶν προσδεχομένων, ὅταν ἔρθῃ ἡ εὐλογημένη αὐτὴ ὥρα τῆς συναντήσεως μὲ τὸν ἀγαπημένο Κύριο.
Ἔτσι ἡ «ἀποκάλυψη» τοῦ Κυρίου στὸν Συμεῶνα καὶ στὴν Ἄννα, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν θἀνατό των, εἶναι μιὰ τονωτικὴ ἔνεση γιὰ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος ποὺ νικημένο συχνὰ ἀπὸ τὴν συνεχῆ πτώση, τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατο, προσδοκᾷ ἀλλὰ καὶ ἀγωνιᾷ καὶ συχνὰ ἀπελπίζεται ὅτι δὲν θὰ ἔλθῃ ὁ Λυτρωτής.
Ἐπειδή, ὅμως, «Κύριος οἶδε καιροὺς καὶ χρόνους», πρὸς δικό μας, ἀσφαλῶς, ὄφελος, ἄς προετοιμαζώμαστε ἐμεῖς καταλλήλως, μὲ εὐσέβεια, σωφροσύνη, δικαιοσύνη καὶ ἀγάπη, ὅπως ὁ Συμεὼν καὶ ἡ Ἄννα ἀλλὰ καὶ οἱ δίκαιοι καὶ οἱ ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν, ὥστε, ὅταν Ἐκεῖνος ἔλθῃ καὶ πάλι κατὰ τὴν δευτέρα καὶ ἔνδοξο παρουσία Του, θὰ εἰδοποιήσῃ ἐγκαίρως καὶ ἐμᾶς καὶ ὅλους ὅσους προσκαρτεροῦν νὰ τὸν συναντήσουν μὲ πίστη, ὑπομονὴ καὶ ἀγάπη, γιὰ νὰ πορευθοῦμε πλέον μαζί Του πρὸς τὴν αἰώνια Βασιλεία Του.
«Ἐλθέ» καὶ πάλι, Κύριε, πρὸς συνάντησή μας καὶ «μακροθύμησον ἐπὶ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν» τῶν προσδεχομένων ἐξ ἅπαντος τὴν σωτηρία σου, καὶ «ἐλέησον ἡμᾶς»! Γένοιτο!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος – θεολόγος