Ἡ ἑλληνική, γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας
τοῦ μακαριστοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ
Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα, ὡς γλῶσσα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τοῦ μεγαλύτερου καὶ περισσότερο πρωτότυπου μέρους τῆς πατερικῆς παραδόσεως, γίνεται ἡ γλῶσσα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἐντάσσεται στὸ θεῖο σχέδιο τῆς σωτηρίας. Κατὰ τὴν εὐρύτατα γνωστὴ ἑρμηνεία, τὸ «πλήρωμα τοῦ χρόνου», ὡς ὁ «καιρὸς» τῆς θείας σαρκώσεως, δὲν σχετίζεται μόνο μὲ τὸ πανίερο πρόσωπο τῆς Δεσποίνης Μαρίας, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς ἱστορικὲς συνθῆκες, τὴν πολιτειακὴ καὶ γλωσσικὴ ἑνότητα τῆς ἐποχῆς, στὸ πλαίσιο τῆς Pax Romana καὶ τῆς lingua franca. Ἔτσι, στὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὴ νηπιακὴ γλῶσσα, τὴν ἑβραϊκή, συντελεῖται ἡ μετάβαση στὴ γλῶσσα τῆς ἀνθρωπίνης ἐνηλικιώσεως, τὴν ἑλληνική, ἔξω ἀπὸ κάθε ἔννοια ἐθνι(κιστι)κῶν ἀνταγωνισμῶν ἢ σκοπιμοτήτων. Εὐαγγέλιο καὶ ἑλληνικὴ γλῶσσα θὰ συνδεθοῦν ἀναπόσπαστα, ὄχι ὡς γλῶσσα μόνο ἑνὸς ἔθνους, ἀλλὰ γλῶσσα ὅλης τῆς Οἰκουμένης. Αὐτὴ ἡ γλῶσσα γίνεται ἡ ἀνθρώπινη -ἱστορική- σάρκα τοῦ θείου «Λόγου», ἑνωμένη «ἀδιαίρετα», ἀλλὰ καὶ «ἀσύγχυτα» μαζί Του.
Αὐτὴ τὴν διαχρονικὴ σύνδεση Ὀρθοδοξίας καὶ Ἑλληνικότητας ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν γλῶσσα, κηρύσσοντας τὴν ἀνάγκη γνώσεως τῆς Ἑλληνικῆς γιὰ τὴν κατανόηση τοῦ Εὐαγγελίου ὡς Ὀρθοδοξίας. Ἀδελφοὶ μοῦ -ἔλεγε στὸ κήρυγμά του- «νὰ σπουδάζετε τὰ παιδιά σας νὰ μανθάνουν τὰ ἑλληνικά, διότι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι εἰς τὴν ἑλληνικὴν (γλῶσσαν)…». Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο: «Πρέπει νὰ στερεώνετε σχολεῖα ἑλληνικά, νὰ φωτίζωνται οἱ ἄνθρωποι, διότι διαβάζοντας ἑλληνικά, τὰ ηὗρα, ὁποὺ λαμπρύνουν καὶ φωτίζουν τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου». Μὴ ξεχνᾶμε δέ, ὅτι ἑλληνικὰ ἐδῶ εἶναι ἡ γλῶσσα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Πατέρων.
Ἔτσι, ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα μὲ τὴν πρόσληψή της ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, βαπτίζεται στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα, πεθαίνει καὶ ἀναγεννᾶται, καὶ γίνεται γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας.
(Ἄρθρο στὸ φύλλο 784 τῶν Ἐπάλξεων)