«Ποιητὴς τοῦ λόγου» ὁ Ἰωάννης
«Χάριτος τῆς νέας αἱ ἀκτῖνες ἐξέλαμψαν σήμερον φαιδρῶς, τῇ σῇ γεννήσει Πρόδρομε», ψάλλει ὁ ὑμνογράφος στὸν Κανόνα τῆς ἑορτῆς τῆς Γεννήσεως τοῦ ἐνδόξου καὶ τιμίου Προδρόμου. Ἡ Ἐκκλησία ὅλη συμμετέχει, μάλιστα, στὴν χαρὰ αὐτήν, ἐφ’ ὅσον «τὸ χαροποιὸν Γενέθλιον» τοῦ Ἁγίου «μηνύει τὴν μέλλουσαν χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν, διὸ καὶ πᾶσα ἡ κτίσις ἑορτάζει».
Προμήνυμα λοιπὸν τῆς Γεννήσεως «τῆς μελλούσης χαρᾶς» γιὰ τὸν κόσμο ἡ Γέννηση τοῦ Προδρόμου καὶ προαναγγελία «τῆς νέας χάριτος» ὁ δικός του ἐρχομός στὴν γῆ, ὁ ὁποῖος «Χριστοῦ ἐπιφαίνει τὴν αὐγήν».
Πράγματι, ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ λύχνος τοῦ Φωτός, ὁ Ἑωσφόρος τοῦ νοητοῦ Ἡλίου, ὁ φαεινὸς ἀστὴρ ποὺ διώκει τὴν ἀχλὺ τῆς πλάνης καὶ τοῦ σκότους καὶ ἀνοίγει τὸν δρόμο γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. «Ἀστὴρ ἀστέρων» καλεῖται, μάλιστα, ὁ Ἰωάννης (Δοξαστικὸ τῶν Αἴνων), καθ’ ὅτι ἡ λάμψη του ξεπερνάει τὸ φῶς ὅλων τῶν ἄλλων ἀστέρων, εἶναι ὁ ὑπέρλαμπρος ἀστὴρ ποὺ φωτίζει τὸν δρόμο γιὰ τὴν αὐγὴ τῆς ἐξ ὕψους Ἀνατολῆς.
Δὲν θὰ μποροῦσε, ἑπομένως, ἡ Ἐκκλησία μας νὰ μὴν τιμήσῃ ἐξαιρέτως τὴν Γέννηση ἐκείνου, διὰ τοῦ ὁποίου προκηρύττεται στὸν κόσμο ἡ ἔλευση τοῦ Σωτῆρος (Ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου). Οὔτε ἐπίσης θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ μὴν τονιστοῦν διὰ στόματος τῶν εὐαγγελιστῶν καὶ τῶν ὑμνογράφων τὰ πολλὰ καὶ θαυμαστὰ ποὺ προαναγγέλλονται κατὰ τὴν Γέννηση τοῦ Προδρόμου, τὰ ὁποῖα μάλιστα παρουσιάζουν ἀναλογίες μὲ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
«Ὦ τοῦ παραδόξου θαύματος». Ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ θαυμαστὰ λαμβάνει χώρα, ἐνῶ ὁ Ζαχαρίας, «ἐν τῇ τάξει τῆς ἐφημερίας αὐτοῦ», προσεύχεται στὸν ναὸ καὶ ἀναπέμπει τὴν δέησή του γιὰ τὴν σωτηρία παντὸς τοῦ λαοῦ (Λουκ. α’ 5-14). Τότε, Ἄγγελος Κυρίου φανερώνεται καὶ τοῦ λέγει ὅτι εἰσακούστηκε ἡ δέησή του καὶ ὅτι ἡ Ἐλισάβετ θὰ γεννήσῃ υἱό. Λὲς καὶ ἡ γέννηση τοῦ Ἰωάννου εἶναι ἡ σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου, γιὰ λογαριασμὸ τοῦ ὁποίου προσευχόταν τὴν στιγμὴ ἐκείνη ὁ Ζαχαρίας! Ἀλλὰ μήπως ὁ Ἰωάννης δὲν θὰ γινόταν ὁ κήρυκας τῆς σωτηρίας, ποὺ θὰ ἐρχόταν στὸν κόσμο διὰ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ;
Καὶ ἄλλες τέτοιες θαυμαστὲς ἀναλογίες μποροῦμε νὰ διαπιστώσωμε κατὰ τὶς γεννήσεις τῶν δύο «μεγάλων», μὲ τὶς ὁποῖες ξεκινάει τὴν διήγησή του στὸ Εὐαγγέλιό του ὁ Λουκᾶς. Ὁ Χριστὸς γεννᾶται ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, ὁ Ἰωάννης ἀπὸ τὴν στεῖρα Ἐλισάβετ. Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς δόθηκε ἀπὸ τὸν Ἄγγελο (Γαβριήλ) «πρὸ τοῦ συλληφθῆναι αὐτὸν ἐν τῆ κοιλίᾳ» (Λουκ. β’ 21), καὶ τὸ ὄνομα «Ἰωάννης», ποὺ σημαίνει «ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ», προαναγγέλλεται ἐπίσης («ἡ γυνή σου γεννήσει υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην», Λουκ. α’ 13). Ὁ Ἄγγελος, ἐξ ἄλλου, εἶπε στὴν Παρθένο ὅτι ὁ Ἰησοῦς «ἔσται μέγας καὶ υἱὸς Ὑψίστου κληθήσεται» (Λουκ. α’ 32), ἐνῶ στὸν Ζαχαρία προεῖπε πάλι ὁ Ἄγγελος ὅτι ὁ υἱός του, ὁ Ἰωάννης, «ἔσται μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου» (Λουκ. α’ 15). Στὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ δὲν εὐαγγελίζεται μόνον στὴν μέλλουσα Θεοτόκο τὸ «χαῖρε», ἀλλὰ καὶ στοὺς ποιμένες καὶ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους εὐαγγελίζεται «χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῶ λαῶ, ὅτι ἐτέχθη σωτήρ» (Λουκ. β’ 10-11). Στὴν γέννηση τοῦ Ἰωάννου, ἀντιστοίχως, ὁ Ἄγγελος λέει στὸν Ζαχαρία: «καὶ ἔσται σοι χαρὰ καὶ ἀγαλλίασις, καὶ πολλοὶ ἐν τῆ γεννήσει αὐτοῦ χαρήσονται» (Λουκ. α’ 14). Στὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἄγγελοι ὑμνολογοῦν τὸν ὕψιστο Θεό («Δόξα ἐν ὑψίστοις…»), στὴν γέννηση τοῦ Ἰωάννου ἄνθρωποι ἀποροῦν «τί ἄρα τὸ παιδίον τοῦτο ἔσται;» (Λουκ. α’ 66).
Καὶ τὸ πλέον θαυμαστὸ ὅλων εἶναι ἡ «συνάντηση» τῶν δύο, Προδρόμου καὶ Χριστοῦ, πρὶν ἀκόμη γεννηθοῦν, στὴν κοιλία τῆς μητρός των! Κατὰ τὸν ἀσπασμὸ Ἐλισάβετ – Μαρίας «ἐσκίρτησεν τὸ βρέφος ἐν τῆ κοιλίᾳ τῆς Ἐλισάβετ», ὡσὰν νὰ προσκυνοῦσε ὁ μαθητὴς τὸν Κύριο, «ὁ δοῦλος» «τὸν Δεσπότην». Βλέπεις ὁ Ἰωάννης εἶχε προδρομικὴ συνείδηση ἐκ τῆς κυοφορίας του, διότι ἦταν «πλήρης Πνεύματος Ἁγίου ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ» (Λουκ. α’ 15)! Ἔτσι, μεταδίδει τὴν χάρη του καὶ στὴν μητέρα του, Ἐλισάβετ, ὥστε νὰ ἀποκαλέσῃ τὴν Μαρία «Μητέρα τοῦ Κυρίου»: «εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου· καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἠ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» (Λουκ. α’ 43). Ἀπὸ ποῦ ἀλλοῦ ἀναγνωρίζει ἡ Ἐλισάβετ ὡς μητέρα τοῦ Κυρίου τὴν Μαρία, εἰ μὴ διὰ τοῦ ἡγιασμένου «ἔτι ἐκ κοιλίας μητρός» υἱοῦ της, Ἰωάννου; (τὸ συγκεκριμένο χωρίο ἀποτελεῖ βεβαίως ἕνα ἰσχυρὸ ἐπιχείρημα γιὰ τὴν «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» θεωρία τῆς Ἐκκλησίας μας).
Ἐξ ὅλων τῶν παραπάνω ἔγινε, λοιπόν, ἀντιληπτὸ ὅτι ὁ Ἰωάννης ἀναδείχθηκε «μέγας ἐν Κυρίῳ» (Λουκ. α’ 14), ἀνέπτυξε δηλαδὴ ὅλες τὶς ἀρετὲς στὸν μεγαλύτερο βαθμό, ὥστε νὰ εὐαρεστήσῃ στὸν Κύριο, ποὺ θὰ ὁμολογήσῃ μὲ θαυμασμό: «οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ» (Ματθ. ια’ 11). Ἄς σημειωθῆ, μάλιστα, ὅτι ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ μοναδικός, γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος ἐκφράστηκε μὲ αὐτὰ τὰ λόγια, πρὶν ἀκόμη ἡ Ἐκκλησία στὸ σύνολό της τὸν τιμήσῃ ὡς «ὑπέρτερον» πάντων τῶν Ἁγίων.
Ὡστόσο, ὁ Ἰωάννης ἔγινε μέγας, ὄχι διότι ἦταν θέλημα Κυρίου μόνον – ἀσφαλῶς καὶ κυρίως γι’ αὐτό, βεβαίως,- οὔτε ἐπειδὴ οἱ γονεῖς του ὡς εὐσεβεῖς, ἄμεμπτοι καὶ δίκαιοι (Λουκ. α’ 6) τὸν μεγάλωσαν μὲ αὐτὲς τὶς ἀρχές, ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ ὁ ἴδιος ἐπέλεξε νὰ ζήσῃ καὶ νὰ πολιτευτῇ «εὐσεβῶς, σωφρόνως καὶ δικαίως» (Τίτ., β’ 12). Εἶναι, μάλιστα, ὁ ἀντιπροσωπευτικώτερος ἐκφραστὴς τοῦ τριπτύχου τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ὁ Ἰωάννης: τήρησε ἀπαρέγκλιτα τὴν ὀρθὴ πίστη, ἔζησε βίο ἠθικὸ καὶ πολιτεύτηκε μὲ τιμιότητα καὶ δικαιοσύνη. Ἦταν μάλιστα τόσο δίκαιος, ὥστε ἐπιθυμοῦσε μὲ τὸν λόγο του νὰ βάλῃ στὴν «εὐθεῖα τρίβο» ὄχι μόνον τοὺς ἁπλοὺς πολῖτες ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς του, ἐλέγχοντάς τους γιὰ τὸν ἀσεβῆ καὶ ἀνήθικο βίο των, γεγονὸς ποὺ τοῦ στοίχισε μαρτυρικὸ θάνατο.
Ἐπειδή, λοιπόν, οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς χριστιανοὺς εἴμαστε ἀκροαταὶ μόνον καὶ ὄχι ποιηταὶ τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου (Ἰάκ. α’ 22), καὶ ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος δικαιώνεται, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὰ ἔργα «ἐκ τῆς πίστεως» (Γαλ., β’ 16-20, Ῥωμ., β’ 13, γ’ 21-31), εἶναι καιρὸς νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰωάννου καὶ νὰ τὸ ἐφαρμόσωμε σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τοῦ βίου μας: Νὰ διαφυλάξωμε ἀκέραια τὴν ὀρθὴ πίστη, ποὺ βάλλεται πανταχόθεν, νὰ ζήσωμε ἠθικὰ καὶ ἐνάρετα, παρὰ τὶς πολλαπλὲς προκλήσεις καὶ τὰ ἐνάντια κελεύσματα, εἰδικὰ στὴν ἐποχή μας, καὶ νὰ πολιτευτοῦμε μὲ ἀγάπη, σύνεση καὶ δικαιοσύνη, πρὸ πάντων ὅμως μὲ ἑνότητα καὶ συνεργασία, ἐνάντια στὶς κάθε εἴδους διασπαστικὲς καὶ παραπλανητικὲς τάσεις καὶ συμπεριφορὲς γύρω μας.
Ἔτσι καὶ μόνον ἔτσι θὰ κατορθώσωμε καὶ ἐμεῖς, ὅπως ὁ Πρόδρομος καὶ ὅλοι μας οἱ Ἅγιοι, νὰ ζήσωμε «εὐσεβῶς, σωφρόνως καὶ δικαίως». Πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτὸν ἂς προσευχώμεθα ἀδιάκοπα στὸν Κύριο νὰ μᾶς χαρίζῃ, διὰ πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Του Ἰωάννου, πλούσια τὴν χάρη Του καὶ ἀμέτρητο τὸ ἔλεός Του. Γένοιτο!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος