
Ἡ πεῖρα τῆς Ἀναστάσεως
τοῦ μακαριστοῦ Κων/νου Γανωτῆ
Ἡ Ἀνάσταση ξυπνᾷ στὶς καρδιὲς τὴ χαρὰ καὶ τὴν γλυκιὰ ἐλπίδα. Οἱ ψυχές μαςν ὅμως, πρέπει νὰ τ’ ὁμολογήσουμε, πατοῦν μὲ τὸ ἕνα πόδι στὸ κοσμικὸ φρόνημα καὶ μὲ τὸ ἄλλο στὸ κατώφλι τοῦ Παραδείσου. Εἴμαστε δηλαδὴ δίψυχοι, σὰν τὸν Ἀπόστολο Θωμᾶ πρὶν ἀπὸ τὴν ψηλάφηση. Γι’ αὐτὸ οἱ ψυχές μας δὲν εἶναι γεμᾶτες ἀπὸ τὴ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης.
Μᾶς βασανίζουν τὰ οἰκονομικὰ προβλήματα, σὰν νὰ μὴ μᾶς προσφέρει ὁ Θεὸς κάτι πολὺ πολὺ σπουδαιότερο, τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα του. Καὶ μᾶς τὸ εἶπε ξεκάθαρα, ὅτι ἀξίζουμε πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ, γιὰ νὰ συμπεριλάβει μαζὶ μὲ τὸ οἰκονομικό μας πρόβλημα καὶ τὸ αἰσθητικό. Μὲ πόση ὀμορφιὰ στολίζει ὁ Δημιουργὸς τὸν κόσμο, ποὺ δημιούργησε! Καὶ ὅμως ἐμεῖς διαφωνοῦμε μὲ τὴν αἰσθητικὴ τοῦ Θεοῦ καὶ φτιάχνουμε τὴν δική μας αἰσθητική · κι ἐνῷ θαυμάζουμε τὴν αἰσθητικὴ τοῦ Θεοῦ μέσα στὴ φύση, προβάλλουμε τὴν δική μαςν ὄχι γιατὶ εἶναι ἀνώτερη, ἀλλὰ γιατὶ εἶναι δική μας!
Μᾶς βασανίζουν τὰ πολιτικὰ-στρατηγικὰ προβλήματα, μία ἀκόμα ματαιότητα, ἀφοῦ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν πάρει τὴν γῆ καὶ νὰ φύγει, γιατί, ὅπως ἔλεγε ὁ Μακρυγιάννης, ἡ γῆ δὲν ἔχει κερκέλια νὰ τὴν τραβήξεις. Ὅλες οἱ παρακινήσεις τοῦ δαίμονα εἶναι ἀπάτες καὶ γελοιοποιήσεις τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ διάβολος γελοιοποιεῖ τοὺς ἀνθρώπους, γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ γελοιοποιήσει τὸν Πλάστη τους! Ἔχει λυσσαλέα ἐπιθυμία νὰ καταστρατηγήσει αὐτὸ ποὺ λέει ὁ 71ος Ψαλμός : «Ἔστη ὁ Θεὸς ἐν συναγωγῇ θεῶν . . .ἐγὼ λέω ὑμῖν θεοὶ ἐστε καὶ υἱοὶ Ὑψίστου πάντες, ὑμεῖς δὲ ὡς ἄνθρωποι ἀποθνῄσκετε καὶ ὡς εἷς τῶν ἀρχόντων πίπτετε.»
Καὶ εἴμαστε θεοὶ βέβαια, γιατὶ εἴμαστε κατὰ χάριν μέτοχοι τῆς ὑπόστασης τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ γι’ αὐτὸ εἴμαστε μέτοχοι καὶ στὴ χαρὰ καὶ στὴ δόξα τῆς Ἀνάστασης.
Ἀκούσαμε ὅμως στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὁ Κύριος ἐμακάρισε τούς «μὴ ἰδόντας καὶ πιστεύσαντας» ἀλλὰ στὸν ἄπιστο ὡς τότε Θωμᾶ ἔκανε ἕνα πολὺ μεγαλύτερο δῶρο, τοῦ χάρισε τὴν μοναδικὴ ἐμπειρία νὰ ψηλαφήσει τὴν πλευρὰ καὶ τὰ χέρια Του τ’ ἀναστημένα · δηλαδὴ τοῦ ἔδωσε νὰ ψηλαφήσει τὸν Παράδεισο !
Ἡ ζωή μας ὅμως πάνω στὴ γῆ συνεχίζεται, ὅπως τῶν Μυροφόρων μὲ τὴν “ πεῖραν ” τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ Κύριος μετακινεῖ τὸ Ἀμὴν μακρύτερα, γιὰ νὰ μᾶς κάνει πληρέστερα καὶ δικαιότερα μετόχους τῆς Ἀναστάσεως. Κι ἐμεῖς χρωστᾶμε νὰ ῥωτήσουμε τὸν ἑαυτό μας ἂν ἔχουμε πράγματι ὁλοκληρωμένα καὶ ἀκράδαντα τὴ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης. Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἂν καὶ βροντήξαμε τὴν Ἀνάσταση, οὔτε σ’ ὅλο τὸ ὕψος της τὴ νιώσαμε οὔτε τόσο καθαρὴ καὶ δυνατὴ τὴ συντηρήσαμε ὅσο ἔπρεπε. Καὶ ὀφείλουμε ν’ ἀναζητήσουμε τὴν αἰτία.
Ἡ αἰτία εἶναι, ἀδελφοί μου, τὸ ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση δὲν περάσαμε ἀπὸ τὴν τριήμερη ταφή, αὐτὴν ποὺ πέρασε ὁ Κύριος κατὰ τὸ ἀνθρώπινο μέρος τῆς ὑποστάσεώς του. Τὴ χαρὰ ἑνὸς νεκροῦ ποὺ ἀναστήθηκε, τὴ χαρὰ ποὺ νιώθει ὁ ἴδιος καὶ τὴ χαρὰ ποὺ δίνει στοὺς ἄλλους γύρω του δὲν τὴ νιώθει κανένας ζωντανός, ποὺ δὲν ἔχει γευτεῖ προηγουμένως τὴν ἀσήκωτη πίκρα τοῦ θανάτου.
Κι ἐμεῖς, ἀδελφοί, γιὰ νὰ χαροῦμε ὅσο καὶ ὅπως πρέπει τὴ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης, πρέπει νὰ περάσουμε τὴν πίκρα τῆς ταφῆς μας. Πρέπει νὰ πονέσουμε γιὰ τὴν ἀπείθειά μας στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ πικραθοῦμε γιὰ τὴν ἀποστασία τοῦ κόσμου, νὰ πεθάνουμε τὶς ἁμαρτίες μας καὶ τὰ πάθη, ποὺ ἔγιναν μέσα μας ἀπὸ τὴν παρατεταμένη ἁμαρτία μας, νὰ πετάξουμε τὴν κοσμική μας ὑπόσταση μὲ τὶς ἐπιθυμίες της καὶ τὰ ἐπιχειρήματά της, κι ἔτσι θὰ νιώσουμε τὴ μεγάλη χαρὰ τῆς Ἀνάστασης.
Ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ἐτοιμάζει γιὰ τὴν Ἀνάσταση μὲ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Οἱ ἀγῶνες καὶ τὰ παλαίσματα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἀποσκοποῦν στὴ θανάτωση τῶν παθῶν μας, στὸ πέρασμα τοῦ κοσμικοῦ ἑαυτοῦ μας ἀπ’ τὸ σκοτάδι τοῦ θανάτου, ὥστε ὁ ἀναστημένος ἑαυτός μας νὰ βγεῖ ὁλόχαρος καὶ παντοδύναμος ἀπὸ τὸν τάφο.
(Δημοσιεύτηκε στὸ φύλλο Μαΐου 2025)

