Ἡ μυθοποίηση τῶν Χριστουγέννων
Τοῦ μακαριστοῦ πατρὸς Γεωργίου Μεταλληνοῦ
Ἡ ἀδυναμία τοῦ μὴ ἀναγεννημένου ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου νὰ νοηματοδοτήσει τὰ Χριστούγεννα ὡς ἑορτή, κατὰ τὴν ὁποία «Ὁ Θεὸς ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἠμεῖς θεοποιηθῶμεν» (Μ. Ἀθανάσιος) ἔχει ὁδηγήσει σὲ κάποιους γύρω ἀπ’ αὐτὰ μύθους.
Μία πρώτη μυθολογικὴ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα τῶν Χριστουγέννων δίνεται ἀπὸ τὴν αἵρεση. Ὁ δοκητισμός, ἡ φοβερότερη αἵρεση ὅλων τῶν αἰώνων, δέχθηκε φαινομενική παρουσία τοῦ Θεοῦ στον κόσμο, διότι οἱ Δοκῆται ἢ Δοκηταὶ κάθε ἐποχῆς δὲν μποροῦν νὰ ἀνεχθοῦν, στὰ ὅρια τῆς λογικῆς τους, τὴ σάρκωση καὶ τὴ γέννηση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου, ντρέπονται νὰ δεχθοῦν κάτι ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἐπέλεξε γιὰ τὴ σωτηρία μας. Τὸ δρόμο τῆς μητρότητας. Νὰ γεννηθεῖ δηλαδὴ ἀπὸ μία Μάνα, ἔστω καὶ ἂν αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸ καθαρότερο πλάσμα ὅλης τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, τὴν Παναγία Παρθένο.
Ἐξ ἄλλου, ἡ σάρκωση καὶ γέννηση τοῦ Θεανθρώπου εἶναι σκάνδαλο γιὰ τὴν ἀνθρώπινη σοφία (Α’ Κορ. 1,23). Εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ φθάσει σὲ τέτοιο ὅριο κενώσεως, ὥστε νὰ πεθάνει πάνω στὸ σταυρὸ ὡς Θεάνθρωπος; Συνήθως οἱ «θεοὶ» τοῦ κόσμου τούτου θυσιάζουν τοὺς ἀνθρώπους γι’ αὐτούς, δὲν θυσιάζονται αὐτοὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους.
Οἱ Δυτικοί, ἄλλωστε, ἀναζητοῦν νομικὴ-δικανικὴ σκοπιμότητα στὴ Σάρκωση. Γι’ αὐτό, κατασκεύασαν, μέσω τοῦ σχολαστικοῦ θεολόγου Ἀνσέλμου (11ος αἱ.), τὸ μύθο τῆς «ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης». Ὁ Θεὸς-Λόγος σαρκοῦται, διὰ νὰ σταυρωθεῖ-θυσιασθεῖ καὶ νὰ δώσει ἔτσι ἱκανοποίηση στὴν προσβολὴ ποὺ προξένησε στὸ Θεὸ ἡ ἀνθρώπινη ἁμαρτία! Ἂς φωνάζει ὁ Ἰωάννης: «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν…» (3,16), ἢ ὁ Παῦλος: «συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην πρὸς ἠμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἠμῶν, Χριστὸς ὑπὲρ ἠμῶν ἀπέθανεν» (Ρωμ. 5,8). Ὄχι! «Γιὰ νὰ πάρει ἐκδίκηση» καὶ «ζητώντας ἱκανοποίηση» θὰ μάθει νὰ φωνάζει ὁ δυτικὸς (ἢ δυτικοποιημένος) ἄνθρωπος.
Εἶναι ὅμως καὶ οἱ ἐχθροί τοῦ «παιδίου» ποὺ βιώνουν τὸ σκάνδαλο τῆς ἐξουσίας. Ὁ Ἠρωδισμός! Οἱ κρατοῦντες ἢ μᾶλλον «δοκοῦντες ἄρχειν…» (νομίζοντες ὅτι κυβερνοῦν) (Μαρκ. 10,42), ὅπως ὁ Ἡρώδης, παρερμηνεύοντας τὸν ἀληθινὸ χαραχτήρα τῆς βασιλικῆς ἰδιότητας τοῦ Χριστοῦ, τῆς ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος», βλέπουν στὸ πρόσωπό Του κάποιον ἀνταγωνιστὴ τῶν συμφερόντων τους καὶ ζητοῦν νὰ τὸν φονεύσουν.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (Ε.Π.Ε. 36,516) προσφέρει δυνατότητα ὀρθῆς, δηλαδὴ ἁγιοπνευματικῆς, προσεγγίσεως τῶν Χριστουγέννων: «Τοίνυν ἐορτάζομεν μὴ πανηγυρικῶς, ἀλλὰ θεϊκῶς. μὴ κοσμικῶς, ἀλλὰ ὑπερκοσμίως. μὴ τὰ ἡμέτερα, ἀλλὰ τὰ τοῦ ἡμετέρου (=δηλαδὴ ὄχι τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ τὸν Χριστὸν ἂς τιμᾶμε). μὴ τὰ τῆς ἀσθενείας, ἀλλὰ τὰ τῆς ἰατρείας. μὴ τὰ τῆς πλάσεως, ἀλλὰ τὰ τῆς ἀναπλάσεως.
Ἀπό τὸ βιβλίο: «Παρεμβάσεις Ἱστορικὲς καὶ Θεολογικές», ἐκδ. «Διήγηση», Ἀθήνα 1998 (διασκευή)
(Ἄρθρο στὸ φύλλο 785 τῶν Ἐπάλξεων)