
Ἡ προῖκα τοῦ Ἑλληνόπουλου
τοῦ μακαριστοῦ Κωνσταντίνου Γανωτῆ, φιλολόγου-συγγραφέως
Κάθε Ἑλληνόπουλο, ποὺ ξεκινάει τὴν Δευτέρα τὸ πρωΐ, χωρὶς νὰ κάνει τὸν σταυρό του καὶ χωρὶς νὰ τὸ σταυρώνει ἀπὸ πίσω κρυφὰ ἡ μάννα του, ἡ γιαγιά του, κάθε τέτοιο Ἑλληνόπουλο μοιάζει μὲ τὸ λιονταράκι ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὴν φωλιά του «ὡς σκύμνος ὠρυόμενος ζητῶν τίνα καταπίῃ». Αὐτὸ τὸ βλέπουμε στὰ σχολεῖα, μὲ τὴν βία ποὺ ἀσκοῦν τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ στὰ μικρότερα. Πῶς νὰ καλλιεργήσει τὸ παιδὶ τὴν τρυφερὴ, τὴν καλόγνωμη εἰκόνα, ποὺ ἔφερε μαζί του γιὰ τὸν κόσμο, ὅταν γεννήθηκε;
Κι ἐμεῖς ἀγανακτοῦμε μὲ τὰ παιδιά μας, γιὰ τοὺς τρόπους τους, τὴν ἀναίδεια, τὴν ἀστοργία, τὴν ξετσιπωσιά, τὸν ἀτομισμό τους, ἐνῷ ξέρουμε ὅτι ὅλα τὰ κακὰ τῆς συμπεριφορᾶς τους τοὺς τὰ δώσαμε ὡς προῖκα, ὅταν τὰ φέραμε στὸν κόσμο κι ὅταν ἀκόμα τὰ ἀποσπάσαμε ἀπὸ τὴν ἐπιτήρησή μας. Καὶ συνεχίζουμε ἀκόμα νὰ τοὺς στέλνουμε μηνύματα γιὰ τὴν προῖκα τους αὐτήν, ὅσο ζοῦμε.
Τὸ Ἑλληνόπουλο ἔχει ἔμφυτη στὴν καρδούλα του τὴν προῖκα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἔχει στὸ ἀσυνείδητό του καὶ γιὰ νὰ μὴν ἀπομονωθεῖ ἀπὸ τὴν ξετσίπωτη κοινωνία, ὑποκρίνεται τὸν ξετσίπωτο, γιὰ νὰ τὸ ἀποδεχτοῦν. Ἔρχονται ὅμως κάποιες ὧρες ἢ στιγμὲς ποὺ ἡ ἀσυνείδητη ἀθῳότητά του βγαίνει στὴν ἐπιφάνεια τῆς συνείδησης· εἶναι ὧρες νοσοκομείου, φυλακῆς, κάποιου ἀπρόσμενου πόνου καὶ τότε ἀβοήθητο ἀπὸ προσευχὴ κάποιας μάννας δὲν βρίσκει ἄλλη διέξοδο ἀπὸ τὰ ναρκωτικά, τὶς διαστροφὲς ἢ τὴν αὐτοκτονία.
Κι ἐμεῖς, ἀδερφοί μου, νομίζουμε ὅτι πρέπει νὰ διορθώσουμε τὰ παιδιά! «Μὴν στενοχωρᾶτε τὰ καημένα τὰ παιδιά σας γιὰ ὅ,τι κάνουν», συμβουλεέυει ὁ ἅγιος Πορφύριος, «ἐσεῖς νὰ διορθωθεῖτε καὶ θὰ ἰδεῖτε τὴν γιατρειὰ τῶν παιδιῶν σας.»
Τί λέτε ἀδερφοί; Νὰ τὸ τολμήσουμε; Ὁ Θεὸς νὰ δώσει.

