Καλή και Ευλογημένη Χρονιά!
Ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους 1 Ἰανουαρίου – Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
~ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ τῆς 31ης Δεκεμβρίου, ὅταν τὸ ρολόι χτυπᾷ 12 ἀκριβῶς, ἕνα ἔτος ―μὲ τὶς πίκρες καὶ τὶς χαρές του― σβήνει, καὶ ἕνα νέο ἔτος ἀνατέλλει. Τὸ παλαιὸ ἀνήκει πλέον στὴν ἱστορία. Οἱ 365 ἡμέρες του ἔχουν περάσει!
Ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους 1 Ἰανουαρίου – Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
~ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ τῆς 31ης Δεκεμβρίου, ὅταν τὸ ρολόι χτυπᾷ 12 ἀκριβῶς, ἕνα ἔτος ―μὲ τὶς πίκρες καὶ τὶς χαρές του― σβήνει, καὶ ἕνα νέο ἔτος ἀνατέλλει. Τὸ παλαιὸ ἀνήκει πλέον στὴν ἱστορία. Οἱ 365 ἡμέρες του ἔχουν περάσει!
Τὸ σκεφθήκατε, ἀγαπητοί μου, αὐτό; Τί ἐπράξαμε κατὰ τὸ διάστημα τῶν 365 ἡμερῶν; Εμεθα χρεωμένοι γι᾿ αὐτές. Γιὰ νὰ δώσω μιὰ ἰδέα τῆς εὐθύνης ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸ χρόνο ποὺ περνάει, θὰ φέρω μιὰ εἰκόνα, ἕνα παράδειγμα· θὰ μιλήσω παραβολικῶς.
* * *
Ἕνας βασιλιᾶς εἶχε πολλοὺς ὑπηκόους. Ἐπειδὴ τοὺς ἀγαποῦσε, μιὰ μέρα ἔκανε σὲ ὅλους ἀπὸ ἕνα δῶρο. Τοὺς ἔδωσε ὡς μπουναμᾶ ἀπὸ ἕνα πουγγὶ γεμᾶτο χρυσᾶ νομίσματα. Τὸ πῆραν οἱ ἄνθρωποι, τὸ ἄνοιξαν, κι ἄρχισαν νὰ μετρᾶνε τὰ νομίσματα. Μετροῦσαν, μετροῦσαν…Ὅλοι βρῆκαν τὸ διο· μέσα στὸ πουγγὶ τοῦ καθενὸς ὑπῆρχαν 8.760 χρυσᾶ νομίσματα, 8.760 λίρες! Μεγάλο τὸ ποσό. Τὸ ἔδωσε ὁ βασιλιᾶς ἀπὸ καλωσύνη, γιὰ νὰ τὸ χρησιμοποιήσουν γιὰ τὸ καλὸ τὸ δικό τους καὶ τῶν ἄλλων. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ τί ἔκαναν· μπορεῖτε νὰ φανταστῆτε; Ἀντὶ μὲ τὰ χρήματα αὐτὰ νὰ βοηθήσουν τὸ σπίτι τους καὶ τὴν κοινωνία, πῆραν τὸ πουγγί, πῆγαν κοντὰ στὸ ποτάμι, τὸ ἄνοιξαν καὶ ἄρχισαν νὰ πετᾶνε μία – μία τὶς λίρες μέσα στὸ νερό. Ὅλες τὶς λίρες τὶς πέταξαν στὸ ποτάμι! Ἂν ἦταν κάποιος ἐκεῖ καὶ τοὺς ἔβλεπε, τί θά ᾿λεγε; Ὅτι αὐτοὶ τρελλάθηκαν.
Αὐτὴ εἶνε ἡ παραβολή, ἀγαπητοί μου. Ποιός εἶνε ὁ βασιλιᾶς αὐτός; Εἶνε ὁ Θεός. Ποιοί εἶνε οἱ ἄμυαλοι ὑπήκοοι; Ἐμεῖς. Καὶ ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ ἀριθμὸς 8.760;
Πιάστε μολύβι, κάντε ἕνα πολλαπλασιασμὸ καὶ θὰ τὸ βρῆτε. Κάθε ἡμερονύκτιο ποὺ περνάει ἔχει 24 ὧρες, καὶ ὅλος ὁ χρόνος ἔχει 365 ἡμέρες. Οἱ 365 ἡμέρες ἐπὶ 24 ὧρες μᾶς κάνουν 8.760 ὧρες· τόσες ὧρες ἔχει ὅλο τὸ ἔτος. Ἀπὸ τὴν 1η Ἰανουαρίου τοῦ παλαιοῦ ἔτους μέχρι τὶς 31 Δεκεμβρίου πέρασαν, ἀγαπητοί μου, 8.760 ὧρες. Μέσα στὸ διάστημα αὐτὸ τί κάναμε; Τὶς ἀξιοποιήσαμε; Ἢ μοιάζουμε μ᾿ αὐτοὺς ποὺ πέταξαν στὸ ποτάμι ὅλες τὶς λίρες τους; Κάντε μιὰ ἔρευνα στὸν ἑαυτό σας, ἕναν ὑπολογισμό.
8.760 ὧρες! Μεταξὺ τῶν ὡρῶν αὐτῶν ὑπάρχουν ὧρες ποὺ ἀφιερώσατε σὲ ἀκρόασι τοῦ θείου λόγου καὶ σὲ μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς; Ὑπῆρξαν ὧρες ποὺ τρέξατε ν᾿ ἀκούσετε τὸ θεῖο κήρυγμα καὶ ὧρες ποὺ ἀνοίξατε τὸ Εὐαγγέλιο; Ἂν ὑπάρχουν, εἶστε μακάριοι. Ἔτσι ἀρχίζει τὸ Ψαλτήρι· «Μακάριος», λέει, καλότυχος κ᾿ εὐτυχισμένος ποιός εἶνε; αὐτὸς ποὺ ἔχει λεφτά, πολυκατοικίες καὶ ἐπιχειρήσεις λιμουζῖνες, διασκεδάσεις; «Μακάριος», λέει, ὁ ἄνθρωπος, «ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν… ἀλλ᾿ ἢ ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου τὸ θέλημα αὐτοῦ, καὶ ἐν τῷ νόμῳ αὐτοῦ μελετήσει ἡμέρας καὶ νυκτός» (Ψαλμ. 1,1-2). Μακάριος ὅποιος παίρνει στὰ χέρια του τὴ Γραφὴ καὶ τὴ διαβάζει. Σᾶς ἐρωτῶ λοιπόν· τὸν περασμένο χρόνο ὁ ἄγγελός σας σᾶς εἶδε νὰ κρατᾶτε στὰ χέρια τὸ Εὐαγγέλιο νὰ διαβάζετε; ὁ Χριστὸς ὁ διος λέει· «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11,28).
Πέρασαν 8.760 ὧρες. Σᾶς ἐρωτῶ· Μέσα σ᾿ αὐτὲς ὑπῆρχε καμμιὰ ὥρα ποὺ ἀφιερώσατε σὲ προσευχή; Στὰ παλαιὰ τὰ χρόνια οἱ Χριστιανοὶ διέθεταν ὧρες ὁλόκληρες γιὰ προσευχή. Τώρα; Ὑπάρχει ὥρα ποὺ ὁ ἄγγελός σας σᾶς βλέπει γονατισμένους νὰ προσεύχεσθε στὸ Θεό; Ὤ ἂν ξέραμε τί δύναμις εἶνε ἡ προσευχὴ καὶ τί χάνουμε ποὺ δὲν προσευχόμεθα! Πόσα ἄλυτα προβλήματα (προσωπικά, οἰκογενειακά, ἐπαγγελματικὰ κ.ἄ.) θὰ εχαμε λύσει, ἂν χρησιμοποιούσαμε τὸ κλειδὶ αὐτὸ ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεός! Πόση παρηγοριὰ ἔχει ἡ ὥρα ποὺ λές· Κύριε ἡμῶν Ἱησοῦ Χριστέ, διὰ πρεσβειῶν τῆς Θεοτόκου καὶ τῶν ἁγίων ἐλέησόν με!
Πέρασαν 8.760 ὧρες. Μέσα σ᾿ αὐτὲς εἶχες κάποια ὥρα καὶ ἡμέρα νηστείας; Ὡρισμένες ἡμέρες, ὅπως ἡ Τετάρτη, ἡ Παρασκευή, ἡ Μεγάλη Παρασκευή, ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ νηστεύῃ. Ἕνας πολιτικός μας ἔκανε περιοδεία σὲ χωριά, κι ὅταν ἐπέστρεψε στὴν ἕδρα του ἐκαυχᾶτο· ―Δεκαπέντε μέρες περιώδευσα δεκαπέντε χωριά· καὶ κάθε μέρα εἶχα σφαχτὸ κρέας… Καὶ ἕνας χωριάτης, τσοπᾶνος, τὸν ρωτάει· ―Καλά, ὑψηλότατε, μέσα σὲ δεκαπέντε μέρες δὲν ὑπῆρχε καμμία Τετάρτη, καμμία Παρασκευή; Ὅλες πάσχα ἤτανε;… Ἔτσι μερικοὶ σβήσανε τὶς ἡμέρες τῆς νηστείας· καὶ τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἀκόμη καταλύουν. Ὁ διάβολος πῆρε γομμολάστιχα καὶ τά ᾿σβησε ὅλα αὐτά.
Πέρασαν 8.760 ὧρες! Σᾶς ἐρωτῶ· μέσα σ᾿ αὐτὲς ὑπάρχει μιὰ ὥρα μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως; Εἶνε ὥρα εὐλογημένη, ὥρα ποὺ βάζεις τὸν διάβολο κάτω καὶ τὸν πατᾷς. Εἶνε ὥρα ποὺ ἐπάνω στὸν οὐρανὸ παιανίζει ἡ μουσικὴ τῶν ἀγγέλων. Εἶνε ἡ ὥρα ποὺ γονατίζεις μπροστὰ στὸν πνευματικὸ καὶ ἀνοίγεις τὸ στόμα σου ὄχι νὰ κατηγορήσῃς καὶ νὰ κατακρίνῃς ἄλλον, ἀλλὰ γιὰ νὰ πῇς· Ἥμαρτον, Θεέ μου, συχώρεσέ με!… Καὶ ἔχεις νὰ πῇς πολλὰ ἁμαρτήματα. Ἐξοικονόμησες μιὰ ὥρα νὰ πᾷς στὸν ἐξομολόγο ν᾿ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου, νὰ κλάψῃς καὶ νὰ πῇς «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» καὶ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 18,13· 23,42); Τὸ ἔκανες αὐτὸ τὸν περασμένο χρόνο;
Πέρασαν 8.760 ὧρες. Μήπως λησμόνησες μιὰ ἄλλη ὥρα, ὥρα χρυσῆ; Εἶνε ἡ ὥρα τῆς ἐλεημοσύνης. Ἄνοιξες τὸ χέρι σου καὶ ἔδωσες κρυφά, μυστικά, μὲ τὴν καρδιά σου, κάτι ἀπὸ τὸν κόπο καὶ τὸν ἱδρῶτα σου σὲ ἕνα δυστυχισμένο ἄνθρωπο; Χέρι ποὺ σκορπάει τὸ καλό, εἶνε χέρι Θεοῦ, εἶνε χέρι Χριστοῦ.
Πέρασαν 8.760 ὧρες. Μέσα σ᾿ αὐτὲς ὑπῆρχε ἆραγε καὶ ἡ κορυφαία ὥρα, ἡ ὥρα τῆς θείας κοινωνίας; Εἶνε ἡ ὥρα ποὺ μετανοημένος, ἐξωμολογημένος, καθαρισμένος, ἀφοῦ ἔχῃς ἀγαπηθῆ μὲ τὸν ἐχθρό σου καὶ μὲ τὸ δάκρυ τοῦ λῃστοῦ στὰ μάτια σου ἔρχεσαι ἐμπρὸς στὴν ὡραία πύλη καὶ κοινωνεῖς τῶν ἀχράντων μυστηρίων. «Λάβετε φάγετε…» (Ματθ. 26,26). Ἡ ὥρα αὐτὴ δὲν συγκρίνεται· δὲν πωλεῖται, δὲν ἀγοράζεται. Εἶνε ὑπεράνω ὅλων τῶν ὡρῶν.
* * *
Ὑπάρχουν λοιπὸν τέτοιες ὧρες; Σᾶς ἐρωτῶ ἀδέρφια μου, ἐρωτῶ πρῶτο τὸν ἑαυτό μου. Δὲν ἔχουμε δυστυχῶς τέτοιες ὧρες. Οἱ ὧρες μας εἶνε ὧρες ἁμαρτίας, ὧρες διαβόλου· μόνο ὧρες Θεοῦ δὲν εἶνε. Σπαταλοῦμε τὸ χρόνο, σὰν αὐτοὺς ποὺ πέταξαν τὶς λίρες στὸ ποτάμι.
Εμαστε ἀδικαιολόγητοι. Τὸ Εὐαγγέλιο λέει, ὅτι οἱ κάτοικοι τῶν Ἰεροσολύμων στὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ εἶχαν μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον. Ὅταν ἄκουσαν, ὅτι παρουσιάστηκε κήρυκας καὶ ἐξομολόγος, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ἔκλεισαν τὰ μαγαζιά τους, πῆραν τὰ παιδιά τους, βάδισαν χιλιόμετρα, πέρασαν τὸν Ἰορδάνη, κ᾿ ἔφθασαν στὴν ἔρημο, γιὰ ν᾿ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα καὶ νὰ ἐξομολογηθοῦν τὰ ἁμαρτήματά τους. Καὶ ἐξωμολογοῦντο ὅλοι «ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ποταμῷ» (Μᾶρκ. 1,5). Σήμερα πολλοὶ λεγόμενοι Χριστιανοὶ ἀδιαφοροῦν. Ἀκοῦνε τὴν καμπάνα καὶ δὲν τρέχουν στὴν ἐκκλησία. Ἄλλοτε, ὅταν δὲν εἶχαν ἐξομολόγο στὸ μέρος τους, πήγαιναν στὸ Ἅγιον Ὄρος, εὕρισκαν πνευματικὸ καὶ ἐξωμολογοῦντο. Ποιός πάει τώρα στὸ Ἅγιον Ὄρος νὰ ἐξομολογηθῇ;
8.760 ὧρες ἔχει τὸ ἔτος καὶ168 ὧρες ἔχει ἡ ἑβδομάδα. Χριστιανέ μου, ἀφιέρωσε στὸ Θεὸ μία ὥρα τὴν ἑβδομάδα καὶ ἔλα στὴν ἐκκλησία! Ὧρες ὁλόκληρες διαθέτεις ἀλλοῦ· γιὰ τὸ Θεὸ τίποτα; Τὸν ξεχάσαμε. Εμαστε γενεὰ μοιχαλίς, δέντρα ἄκαρπα κατάλληλα μόνο γιὰ τὴ φωτιά. Τὸ λέει ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής· «Πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλεται» (Ματθ. 7,19).
Τί πρέπει νὰ κάνουμε; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ρωτῆστε τὸν Ἰωάννη. Τί λέει ὁ Ἰωάννης; Μιὰ λέξι, ἕνα κλειδὶ μᾶς δίνει· «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 3,2), δηλαδὴ ἀλλάξτε μυαλό, ἀλλάξτε δρομολόγιο, γιατὶ ὅπως πᾶτε θὰ βρεθῆτε στὸ γκρεμό, στὴν κόλασι. Ἀλλάξτε πρόγραμμα, ἀξιοποιῆστε τὸ χρόνο ποὺ χαρίζει ὁ Θεός, μὴ τὸν σπαταλᾶτε.
Ἂν μπορούσαμε, ἀγαπητοί μου, ν᾿ ἀκούσουμε τί ζητοῦν οἱ κολασμένοι στὸν ᾅδη, ξέρετε τί θέλουν; Μιὰ στιγμή, ἕνα δευτερόλεπτο, νὰ ξαναγύριζαν στὴ ζωή, γιὰ νὰ ποῦν «Ἥμαρτον» καὶ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 15,18,21· 23,42). Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς μὴ χάνουμε καιρό. Ἂς συναισθανθοῦμε τί χάσαμε, ἂς μετανοήσουμε, ἂς κλάψουμε. Καὶ στὸ ἑξῆς νὰ προσπαθήσουμε ὅλες οἱ ὧρες ν᾿ ἀξιοποιηθοῦν. Νὰ δώσουμε ὑπόσχεσι στὸ Θεό, ἐφέτος νὰ μὴν κερδήσῃ ὁ διάβολος οὔτε μία ὥρα. Ὅλες οἱ ὧρες, ὅλες οἱ μέρες, ὅλες οἱ βδομάδες, ὅλη ἡ ζωή μας νά᾿ νε κοντὰ στὸ Θεό, κοντὰ στοὺς ἀγγέλους, κοντὰ στὴν Παναγιά, γιὰ νά ᾿χουμε τὴν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.
† ‘Επίσκοπος Aὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίας Μαρκέλλης Βοτανικοῦ – Ἀθηνῶν τὴν 31-12-1961